Η υπερλιπιδαιμία αποτελεί στις μέρες μας έναν από τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου στην εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Η υπερλιπιδαιμία είναι μια κατάσταση, κατά την οποία τα λιπίδια του αίματος έχουν αυξηθεί αρκετά και έχουν ξεπεράσει τα φυσιολογικά όρια. Στα λιπίδια του αίματος συμπεριλαμβάνονται τα τριγλυκερίδια, η χοληστερόλη και τα φωσφολιπίδια. Στην περίπτωση της χοληστερόλης, να σημειώσουμε ότι τα φυσιολογικά επίπεδα δεν είναι ίδια για όλους. Διαφοροποιούνται αναλόγως την ηλικία, το φύλο, το οικογενειακό ιατρικό ιστορικό ( κυρίως ύπαρξης στεφανιαίας νόσου ), το σακχαρώδη διαβήτη, την παχυσαρκία και το κάπνισμα.
Πού οφείλεται η υπερλιπιδαιμία και ποιοι παράγοντες την πυροδοτούν;
Η υπερλιπιδαιμία οφείλεται κυρίως σε παθήσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, ο υποθυρεοειδισμός και το νεφρωσικό σύνδρομο. Η υπερβολική κατανάλωση τροφών πλούσιες σε λιπαρά και αλκοόλ και η παχυσαρκία συνδέονται άμεσα με την υπερλιπιδαιμία, καθώς αυξάνουν τα λιπίδια του αίματος, όπως και η λήψη συγκεκριμένων κατηγοριών φαρμάκων. Τα φάρμακα αυτά είναι τα στεροειδή, τα διουρητικά, το ρετινοϊκό οξύ και οι μη ειδικοί β- ανταγωνιστές. Ακόμα, σε αρκετές περιπτώσεις ατόμων που πάσχουν από υπερλιπιδαιμία, συνυπάρχει και κάποια γενετική διαταραχή των λιπιδίων, η οποία ευθύνεται για την αύξηση των λιπιδίων του αίματος. Παράγοντες κινδύνου της υπερλιπιδαιμίας είναι:
- Η ηλικία: Για τους άνδρες η ηλικία με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου είναι από 45 ετών και πάνω και για τις γυναίκες 55 και πάνω
- Η παχυσαρκία
- Το οικογενειακό ιατρικό ιστορικό, συγκεκριμένα ύπαρξης στεφανιαίας νόσου
- Η υπέρταση
- Το κάπνισμα
Τι συμπτώματα παρουσιάζει η υπερλιπιδαιμία;
Η υπερλιπιδαιμία σε μεγάλο ποσοστό δεν παρουσιάζει κανένα σύμπτωμα και τις περισσότερες φορές ανακαλύπτεται τυχαία μέσα από εξετάσεις ρουτίνας. Σε περιπτώσεις βέβαια, όπου η χοληστερόλη είναι ιδιαίτερα αυξημένη, παρατηρείται εναπόθεση λίπους στους τένοντες -κυρίως τους αχίλλειους-, στα χέρια, τα γόνατα και τους αγκώνες (ξανθώματα) και εναπόθεση λίπους στα βλέφαρα (ξανθελάσματα).
Πώς διαγιγνώσκεται η υπερλιπιδαιμία;
Η υπερλιπιδαιμία διαγιγνώσκεται εύκολα με μια απλή εξέταση αίματος, η οποία θα πρέπει να επαναληφθεί τρεις ( 3 ) φορές και να απέχουν μεταξύ τους μερικές εβδομάδες. Ο/Η ασθενής θα πρέπει να είναι νηστικός,-ή για περίπου 12 ώρες πριν από κάθε αιμοληψία. Στην εξέταση αίματος ελέγχεται κυρίως η χοληστερόλη, τα τριγλυκερίδια, HDL και η LDL. Θα πρέπει να προσέξουμε οι εξετάσεις αυτές να μην πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια νόσου, καθώς οι τιμές των λιπιδίων μπορεί να έχουν μειωθεί και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όπου οι τιμές αυτές αυξάνονται.
Ποια είναι η θεραπευτική αντιμετώπιση για την υπερλιπιδαιμία;
Η θεραπευτική αντιμετώπιση για την υπερλιπιδαιμία έχει δύο πλευρές, οι οποίες συνδυάζονται και είναι απαραίτητο να εφαρμόζονται συγχρόνως. Η μια είναι η διαιτητική αντιμετώπιση και η άλλη η φαρμακευτική. Αρχικά, η αλλαγή στη διατροφή και η υιοθέτηση της μεσογειακής διατροφής είναι πολύ σημαντική, καθώς βοηθά στη μείωση της χοληστερόλης. Η διατροφή θα πρέπει να τροποποιηθεί λοιπόν ως εξής:
- Κατανάλωση άπαχου κρέατος, όπως γαλοπούλα, κοτόπουλο, κουνέλι 2 με 3 φορές την εβδομάδα
- Κατανάλωση δημητριακών και ψωμιού ολικής αλέσεως. Οι φυτικές ίνες τους βοηθούν στην απομάκρυνση της χοληστερόλης
- Όλα τα ψάρια χωρίς πέτσα
- Λαχανικά, όσπρια, φρούτα
- Προτιμάτε από τα γαλακτοκομικά προϊόντα το ανθότυρο, τη μυζήθρα και το αποβουτυρωμένο γάλα
- Κατανάλωση ελαιολάδου, αλλά με μέτρο και μείωση του βουτύρου, της μαργαρίνης και των αυγών
Η διαιτητική αγωγή εκτός από την αλλαγή στη διατροφή περιλαμβάνει και την απώλεια βάρους σε περιπτώσεις παχυσαρκίας, τη μείωση του αλκοόλ, τη διακοπή του καπνίσματος και την σωματική άσκηση. Η διαιτητική αγωγή μπορεί να εφαρμοστεί και μόνη της, χωρίς τη χορήγηση φαρμάκων σε πιο ήπιες καταστάσεις. Διαφορετικά, όπως είπαμε, εάν η αλλαγή στη διατροφή δεν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, είναι απαραίτητος ο συνδυασμός τους. Η φαρμακευτική αγωγή για την υπερλιπιδαιμία περιλαμβάνει τη χορήγηση υπολιπιδαιμικών φαρμάκων, κυρίως της ομάδας των στατίνων. Η υπερλιπιδαιμία αντιμετωπίζεται με αυτά τα φάρμακα, τα οποία στηρίζοντια στη μείωση των τιμών της κακής χοληστερόλης ( LDL ). Οι στατίνες-λοβαστατίνη, πραβαστατίνη, ατορβαστατίνη, φλουβαστατίνη και ροσουβαστατίνη- μειώνουν την κακή χοληστερόλη ( LDL ) και τα τριγλυκερίδια και συγχρόνως προκαλούν μια μικρή αύξηση της καλής χοληστερόλης ( HDL ). Τα πρώτα αποτελέσματα από τη χορήγηση των φαρμάκων παρατηρούνται σε 4 με 6 εβδομάδες από την έναρξη της θεραπείας και είναι δυνατόν να επιτευχθεί μείωση της κακής χοληστερόλης από 20% μέχρι 60%. Ακόμα, τα αποτελέσματα από τη χορήγηση των στατινών σε άτομα που πάσχουν από στεφανιαία νόσο και σε υγιή άτομα υψηλού κινδύνου είναι εξαιρετικά θετικά, καθώς παρατηρείται μείωση του εμφράγματος του μυοκαρδίου και του θανάτου από στεφανιαία νόσο. Αυτό βεβαία δεν σημαίνει ότι οι ασθενείς που ξεκινούν τη φαρμακευτική αγωγή για την υπερλιπιδαιμία μπορούν να κάνουν ελεύθερη διατροφή, καθώς όπως είπαμε αυτά τα δύο είναι απαραίτητο να συνδυάζονται, αφού τα θετικά αποτελέσματα είναι συνδυασμός τους.
Η φαρμακευτική αγωγή για την υπερλιπιδαιμία, πρέπει να συνδυάζεται με τη σωστή διατροφή και τη σωματική άσκηση , αλλά και με την αποφυγή των παραγόντων κινδύνου, όπως είναι η παχυσαρκία, το κάπνισμα, το αλκοόλ, ο σακχαρώδης διαβήτης.
Τα φάρμακα για την υπερλιπιδαιμία έχουν παρενέργειες;
Όπως όλα τα φάρμακα έτσι και αυτά που χορηγούνται για την υπερλιπιδαιμία, έχουν κάποιες παρενέργειες. Οι πιο σημαντικές είναι η ηπατοτοξικότητα και η μυοπάθεια , οι οποίες όμως είναι σπάνιες. Οι στατίνες προκαλούν αυξήσεις των ηπατικών ενζύμων, δηλαδή των τρανσαμινασών, SGOT, SGPT, οι οποίες όμως εξαρτώνται από τη δόση του φαρμάκου και είναι παροδικές. Όσο μεγαλύτερη είναι η δόση του φαρμάκου, τόσο μεγαλύτερη αύξηση ηπατικών ενζύμων έχουμε. Η αύξησε αυτή όμως, μόλις διακοπεί η χορήγηση των στατινών, σταματά και οι τρνσαμινάσες επιστρέφουν στο φυσιολογικό, χωρίς να έχει προκληθεί μόνιμη ηπατική βλάβη. Συχνή παρενέργεια των στατινών είναι οι διάχυτες μυαλγίες, οι οποίες κάποιες φορές μπορούν να γίνουν ιδιαίτερα ενοχλητικές. Αντιμετωπίζονται με τη μείωση της δόσης της στατίνης ή την αντικατάστασή της με κάποια άλλη στατίνη. Κάποια από τα φάρμακά που μπορούν να αντικαταστήσουν τα προηγούμενα είναι οι φιμπράτες, δηλαδή η φαινοφιμπράτη, βεζαφιμπράτη, σιπροφιμπράτη, νεμφιμπροζιλη. Οι φιμπράτες μειώνουν τα τριγλυκερίδια και αυξάνουν την καλή χοληστερόλη ( HDL ). Ακόμα, μειώνουν τον κίνδυνο στεφανιαίων επεισοδίων σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, υψηλά τριγλυκερίδια και χαμηλή καλή χοληστερόλη.
Τι επιπλοκές έχει η υπερλιπιδαιμία;
Η κυριότερη επιπλοκή που μπορεί να υπάρξει από την υπερλιπιδαιμία είναι η απόφραξη των στεφανιαίων αρτηριών και η εμφάνιση της στεφανιαίας νόσου. Σε περίπτωση μάλιστα όπου η χοληστερόλη είναι εξαιρετικά υψηλή ( πάνω από 1000 mg/dl ), δηλαδή η υπερτριγλυκεριδαιμία, μπορεί να οδηγήσει σε παγκρεατίτιδα. Ακόμα, από την υπερλιπιδαιμία, μπορούν να προκληθούν εμφράγματα, ακόμα και σε άτομα εφηβικής ηλικίας, εξαιτίας μιας σπάνιας συγγενούς μορφής υπερλιπιδαιμίας, όπου η χοληστερόλη ξεπερνά τα 200 mg/dl.