Η δοκιμασία κοπώσης (test κοπώσεως) είναι μια απλή εξέταση όπου ο ασθενής υποβάλλεται σε ελεγχόμενη σωματική άσκηση σε κυλιόμενο τάπητα, προκειμένου να γίνει ηλεκτροκαρδιογραφική παρακολούθησή του κατά τη διάρκεια της άσκησης και μετά από αυτή. Κατά την άσκηση αυξάνεται η καρδιακή συχνότητα και η συστολική αρτηριακή πίεση. Σκοπός της είναι να επιδιώξει την πρόκληση των συμπτωμάτων σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο, να εξετάσει την αντοχή της καρδιάς στην κόπωση, την πιθανή εμφάνιση αρρυθμιών, να ανιχνεύσει ή να επιβεβαιώσει την υποψία μειωμένης αιμάτωσης κάποιου τμήματος του μυοκαρδίου και να βοηθήσει τον καρδιολόγο να διαγνώσει τη σοβαρότητα όλων αυτών.

Η δοκιμασία κόπωσης αναλυτικά

Η προετοιμασία για τη δοκιμασία κόπωσης, απαιτεί από τον εξεταζόμενο να μην έχει πιει καφέ ή αλκοόλ και να μην έχει φάει ούτε καπνίσει πριν από την εξέταση, ενώ μετά από συνεννόηση με τον ιατρό, θα πρέπει να διακόψει λίγες μέρες πριν τη δοκιμασία, τα καρδιολογικά φάρμακα διότι επηρεάζουν το αποτέλεσμα. Θα πρέπει να φορά κατάλληλα υποδήματα, κατά προτίμηση αθλητικά παπούτσια, ώστε να είναι άνετα και να μη γλιστρά και ελαφρύ ντύσιμο για τρέξιμο. Στη συνέχεια τοποθετούνται πάνω του 12 καλώδια του ηλεκτροκαρδιογράφου. Τα καλώδια των άνω άκρων τοποθετούνται λίγο πιο κάτω από τη μέση της κλείδας και τα καλώδια των κάτω άκρων τοποθετούνται πάνω από τις λαγόνιες ακρολοφίες. Τα καλώδια των προκαρδίων απαγωγών τοποθετούνται όπως στο απλό ηλεκτροκαρδιογράφημα. Ο ηλεκτροκαρδιογράφος είναι συνδεδεμένος με ηλεκτρονικό υπολογιστή που καταγράφει τις μετρήσεις καθόλη τη διάρκεια της εξέτασης.

Στη δοκιμασία κόπωσης ο κυλιόμενος τάπητας είναι ένας μηχανικά κινούμενος τάπητας, όπως ο κινούμενος διάδρομος του γυμναστηρίου και προσομοιάζει το βάδισμα. Ανάλογα με το πρωτόκολλο που εφαρμόζει ο ιατρός, η κλίση και η ταχύτητα του κυλιόμενου τάπητα αυξάνονται σταδιακά. Άλλο ένα μέσο που διαθέτει ο εξεταστής είναι το εργομετρικό ποδήλατο, όπου ο εξεταζόμενος κάνει ποδηλασία σε στατικό ποδήλατο με ρυθμιζόμενη αντίσταση. Το εργομετρικό ποδήλατο είναι μια μέθοδος που εφαρμόζεται κυρίως σε παχύσαρκα άτομα γιατί το βάρος τους δεν επηρεάζει τον βαθμό της κόπωσής τους, όπως συμβαίνει με τον κυλιόμενο τάπητα. Για τους εξεταζόμενους με παθήσεις στα κάτω άκρα χρησιμοποιείται η άσκηση των άνω άκρων σε μηχάνημα με πετάλια κινούμενα με τα χέρια.

Βεβαίως υπάρχουν και φορές που είναι δύσκολο να χρησιμοποιηθεί κάποια από αυτές τις μεθόδους για πρόκληση κόπωσης και έτσι ο ιατρός κάνει χρήση μεθόδων στατικής άσκησης με δυναμόμετρο, όπου ο εξεταζόμενος συμπιέζει επανειλημμένως ένα ελαστικό αντικείμενο. Κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας κόπωσης ο ιατρός προσπαθεί να καθορίσει την καρδιακή συχνότητα, την αρτηριακή πίεση , την αναπνοή και το πόσο κουρασμένος αισθάνεται ο εξεταζόμενος ανάλογα με το επίπεδο δυσκολίας. Όταν ο εξεταζόμενος συμπληρώσει το πρωτόκολλο άσκησης η δοκιμασία διακόπτεται. Όμως υπάρχουν και περιπτώσεις που η δοκιμασία κόπωσης διακόπτεται αιφνιδίως από τον ιατρό εάν ο ασθενής παρουσιάσει στηθαγχικό πόνο, πτώση της πίεσης, ζάλη ή σκοτοδίνη κ.α.

Πότε δεν πρέπει να γίνεται η δοκιμασία κόπωσης;

Όταν ο ασθενής έχει περάσει πρόσφατα έμφραγμα, ύποπτο θωρακικό πόνο ή έχει παρατηρηθεί μεταβολή στην αιμάτωση τμημάτων του μυοκαρδίου κατά το ηλεκτροκαρδιογράφημα εν ηρεμία. Άλλες περιπτώσεις που δεν πρέπει να εφαρμοστεί η δοκιμασία κόπωσης είναι η ασταθής στηθάγχη, η ύπαρξη αρρυθμιών και άλλων καρδιοπαθειών, η ύπαρξη σοβαρών μη καρδιολογικών προβλημάτων όπως η πνευμονική εμβολή, η αναιμία και η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) κλπ. Τέλος αντενδείκνυται όταν υπάρχει σοβαρή ορθοστατική υπόταση ή υπέρταση.

Δοκιμασία Κόπωσης: Αποτελέσματα

Η δοκιμασία κόπωσης διαρκεί περίπου 15 λεπτά και αν δεν ανιχνεύσει κάποιο πρόβλημα ο ιατρός δεν θα συστήσει άλλες εξετάσεις. Υπάρχει περίπτωση μετά τη δοκιμασία κόπωσης κάποια άτομα να φαίνονται υγιή αλλά να συνεχίζουν να έχουν τα συμπτώματα που τους έφεραν στον ιατρό και τα οποία μπορεί να επιδεινωθούν. Τότε ο καρδιολόγος συστήνει πυρηνική εξέταση για μια πιο λεπτομερή εκτίμηση της υγείας της καρδιάς του εξεταζομένου. Αν η δοκιμασία κόπωσης ανιχνεύσει αρρυθμία ή στεφανιαία νόσο ο ιατρός και ο ασθενής θα συνεννοηθούν για τη συνέχεια της αντιμετώπισης και για ό,τι άλλες εξετάσεις χρειαστούν.

Όσο πιο νωρίς κατά τη δοκιμασία εμφανιστούν προκάρδιο άλγος και χαρακτηριστικά ισχαιμίας που συνοδεύονται και από πτώση της αρτηριακής πίεσης, τόσο σημαντικότερο είναι το εύρημα για τη σοβαρότητα της κατάστασης και κατ’ επέκταση της υγείας του ασθενούς. Τα ευρύματα αυτά αξιολογούνται ιδιαίτερα αν εμφανιστούν στα πρώτα 6 λεπτά και μειώνεται σταδιακά η σημασία τους όσο πλησιάζει προς το τέλος η δοκιμασία. Η ένταση των μεταβολών επίσης έχει σημασία, καθώς η αν η πτώση του ST διαστήματος στο καρδιογράφημα είναι μεγαλύτερη από 2 mm και εμφανίζεται νωρίς είναι πιο σοβαρό εύρημα από μικρότερη πτώση στο 10ο λεπτό π.χ. της δοκιμασίας. Ακόμη, η άνοδος του ST διαστήματος στο καρδιογράφημα είναι ένα πολύ σοβαρό εύρημα που πρέπει να αξιολογηθεί.

Οι γυναίκες, τα άτομα μικρής ηλικίας και οι υπερτασικοί παρουσιάζουν χαμηλή ειδικότητα στην δοκιμασία κόπωσης, δηλαδή μπορεί να βγει θετική η δοκιμασία χωρίς όμως να υπάρχει κάποια πάθηση. Από την άλλη, σε ασθενείς με ιστορικό επεμβάσεων αγγειοπλαστικής ή μπαϊπάς η μέθοδος έχει υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα και άρα μεγαλύτερη αξιοπιστία του αποτελέσματος. Πολλές φορές η αξιολόγηση ολοκληρώνεται και μετά από συμπληρωματικές εξετάσεις όπως είναι το σπινθηρογράφημα και η στεφανιογραφία.

Συνοψίζοντας

Η δοκιμασία κόπωσης είναι μια ακίνδυνη και εύκολη διαγνωστική μέθοδος για την ανίχνευση της στεφανιαίας νόσου. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας και της γνώσης στις μέρες μας έχει γίνει μια μέθοδος με πολύ αξιόπιστα αποτελέσματα και λεπτομέρεια στην καταγραφή, δίνοντας σημαντικές πληροφορίες στον καρδιολόγο για την υγεία του εξεταζομένου και έγκαιρη αντιμετώπιση κάποιας πάθησης.