Η κύηση και η περίοδος από την 28η εβδομάδα μέχρι και την 7η μέρα μετά την γέννηση επιφυλάσσουν σημαντικές μεταβολές στο καρδιαγγειακό σύστημα της γυναίκας, που επιδρούν με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με την κατάσταση του καρδιαγγειακού συστήματος πριν από την κύηση. Στην περίπτωση γυναικών με προϋπάρχουσες καρδιοπάθειες, οι μεταβολές αυτές μπορεί να το επιβαρύνουν. Στο 1% των εγκύων γυναικών υπάρχει καρδιακή νόσος.
Παράγοντες όπως η μεγαλύτερη ηλικία των εγκύων γυναικών και η αυξημένη συχνότητα καπνίσματος καθιστούν τη στεφανιαία νόσο αιτία καρδιοπάθειας στην κύηση, ενώ περισσότερο σπάνιες είναι η μυοκαρδιοπάθεια της λοχείας, η διατατική μυοκαρδιοπάθεια και η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια κατά την κύηση. Η σημαντικότερη μεταβολή κατά τη διάρκεια της κύησης αφορά στην αύξηση της καρδιακής παροχής κατά 30% – 50% στο διάστημα της 20ής – 24ης εβδομάδας, όπου σταθεροποιείται και τις τελευταίες 8 εβδομάδες μειώνεται λόγω της πίεσης που ασκεί η μήτρα στην κάτω κοίλη φλέβα και στην αορτή. Άρα λοιπόν η καρδιά για να ανταπεξέλθει στην κύηση χτυπάει περισσότερο, αυξημένη κατά 10 – 20 παλμούς ανά λεπτό, ενώ ο όγκος του αίματος που κυκλοφορεί είναι εξίσου αυξημένος. Η κύηση είναι ανεκτή σε γυναίκες με ήπια και μέτρια καρδιοπάθεια και στο μεγαλύτερο ποσοστό οι γυναίκες με συγγενή καρδιοπάθεια φτάνουν σε αναπαραγωγική ηλικία με ή χωρίς χειρουργική επέμβαση.
Κύηση και Καρδιά: Έλεγχος
Η σωστή πρόληψη της καλής λειτουργίας του καρδιαγγειακού συστήματος είναι σημαντική. Ο κλινικός και εργαστηριακός καρδιολογικός έλεγχος περιλαμβάνει πλήρη λήψη ιατρικού ιστορικού, φυσική εξέταση, ηλεκτροκαρδιογράφημα που συχνά εμφανίζει μεταβολές του άξονα του QRS, υπερηχοκαρδιογράφημα για να μελετηθούν η ανατομία και η λειτουργικότητα των βαλβίδων και να διαγνωστούν παθήσεις όπως η στένωση της αορτικής βαλβίδας. Επίσης εντοπίζονται πιθανά ελλείμματα όπως η μεσοκολπική και η μεσοκοιλιακή επικοινωνία, ενώ ο ιατρός βλέπει αν υπάρχει ή όχι πνευμονική υπέρταση, στεφανιαία νόσος, παρουσία ευρημάτων από προϋπάρχουσα αρτηριακή υπέρταση και εν γένει λειτουργικότητα της καρδιάς.
Κύηση και Υπέρταση
Σημαντικό πρόβλημα κατά την κύηση είναι η υπέρταση που μπορεί να επιφέρει σοβαρές επιπλοκές στη μητέρα και στο έμβρυο. Στην κύηση έχουμε υπέρταση όταν η αρτηριακή πίεση είναι μεγαλύτερη από 140 mm Hg για τη συστολική πίεση και από 90 mm Hg για τη διαστολική σε τουλάχιστον δύο ξεχωριστές μετρήσεις, με 6 ώρες διαφορά. Οι υπερτασικές διαταραχές στην εγκυμοσύνη είναι κύρια αιτία νεογνικής και μητρικής νοσηρότητας και θνησιμότητας, με τη συχνότητά τους να φτάνει το 10% στις πρωτότοκες και το 6-8% στο σύνολο των εγκύων.
Κύηση και Χρόνια Υπέρταση
Η χρόνια υπέρταση είναι αυτή που προηγείται της εγκυμοσύνης και η διάγνωσή της γίνεται όταν υπάρχουν υψηλές τιμές αρτηριακής πίεσης (πάνω από 140/90 mm Hg) πριν την 20η εβδομάδα της κύησης και δεν επανέλθουν στις φυσιολογικές τιμές μέσα σε 12 εβδομάδες από τον τοκετό. Η χρόνια υπέρταση χρειάζεται φαρμακευτική αντιμετώπιση και εμφανίζεται στο 1-5% των κυήσεων, ενώ σχετίζεται με αύξηση των επιπλοκών και αφορά κυρίως ηλικίες άνω των 30 ετών.
Υπέρταση της Κύησης
Είναι η υπέρταση που προκαλείται από την εγκυμοσύνη. Ξεκινά μετά την 20η εβδομάδα κύησης μέχρι την 6η εβδομάδα μετά τον τοκετό. Χωρίζεται σε παροδική υπέρταση στην οποία η έκβαση της εγκυμοσύνης είναι συνήθως ευνοϊκή και δεν πρέπει να γινεται χρήση φαρμάκων με πίεση χαμηλότερη από 160/110 mm Hg και προεκλαμψία (υπέρταση με πρωτεϊνουρία). Η προεκλαμψία είναι ένα συγκεκριμένο σύνδρομο της εγκυμοσύνης που εμφανίζεται μετά από 20 εβδομάδες κύησης και παρουσιάζει τα τυπικά συμπτώματα της υπέρτασης, συνοδευόμενη από ανίχνευση λευκώματος στα ούρα ≥ 300 mg/24ωρο. Η προεκλαμψία είναι αναστρέψιμη και υποχωρεί 24-48 ώρες μετά τον τοκετό. Προεκλαμψία μπορούν να εμφανίσουν οι γυναίκες με χρόνια υπέρταση, όσες έχουν ήδη εκδηλώσει προεκλαμψία σε άλλη εγκυμοσύνη, οι παχύσαρκες γυναίκες, οι έγκυοι άνω των 40 ετών και κάτω των 20, όσες έχουν πολύδυμη κύηση αλλά και εκείνες οι γυναίκες που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη, νεφροπάθεια, ρευματοειδή αρθρίτιδα κ.α. Προκειμένου να τη διαγνώσουμε εγκαίρως θα πρέπει να γίνεται τακτική μέτρηση των επίπεδων της αρτηριακής πίεσης της μέλλουσας μητέρας και να κάνει εξετάσεις αίματος για να ελεγχθούν τα επίπεδα της ουσίας που λέγεται «πλακουντιακός αυξητικός παράγοντας» κατά το 3ο τρίμηνο της κύησης. Πιο σπάνια μπορεί να εμφανιστεί σε εγκύους εκλαμψία, που περιλαμβάνει αρτηριακή υπέρταση, πρωτεϊνουρία και σπασμούς με απώλεια συνείδησης. Η εκλαμψία μπορεί να υποχωρήσει ή να επιδεινωθεί θέτοντας σε κώμα την έγκυο.
Κύηση και Καρδιά: Βαλβιδοπάθεια
Στην περίπτωση βαλβιδοπάθειας επιχειρείται καθετηριασμός της καρδιάς και βαλβιδοπλαστική. Αν κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν επιχειρείται χειρουργική αντιμετώπιση της παθήσεως. Η σοβαρότητα της κατάστασης θα πρέπει να εκτιμάται υπερηχογραφικά και να προτιμάται η καισαρική τομή από το φυσιολογικό τοκετό για μεγαλύτερη ασφάλεια της μητέρας.
Κλείνοντας καλό θα είναι να επισημάνουμε ότι οι περισσότερες γυναίκες με καρδιοπάθειες δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα προβλήματα στη διάρκεια της κύησης, οπότε πρέπει να αποφεύγεται η δημιουργία άγχους και ανασφάλειας. Στις περιπτώσεις που υπάρχει κίνδυνος για τη μητέρα και το έμβρυο πρέπει να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα και να υπάρξει κατάλληλη καθοδήγηση για τον προγραμματισμό της εγκυμοσύνης, τα αντισυλληπτικά μέσα και τους κινδύνους νοσηρότητας και θνητότητας για τη μητέρα και το έμβρυο, τόσο κατά τη διάρκεια της κύησης, όσο και του τοκετού.